Ο Δήμος πρέπει να δίνει χώρο σε νέες φωνές
συνέντευξη στον Κώστα Μπακογιάννη
γράφει η Γιούλη Επτακοίλη

«Να ξεκαθαρίσω ότι δεν είμαι ειδικός στο ντιζάιν» μου λέει ενώ καθόμαστε στο γραφείο του, στο «μαυσωλείο» όπως το αποκαλεί χαριτολογώντας, στο οποίο όμως έχει βάλει τις προσωπικές του, σύγχρονες πινελιές. «Μα δεν γινόταν αλλιώς, περνάω τόσες ώρες εδώ μέσα, έχω ανάγκη να ακουμπάει το βλέμμα μου σε πίνακες που μου αρέσουν ή σε αντικείμενα που αγαπάω. Βλέπετε αυτό το μελανοδοχείο πάνω στο γραφείο μου; Ανήκε στον πατέρα μου. Θα το χαρακτηρίζαμε μάλλον παλιομοδίτικο, έτσι δεν είναι; Και, για να είμαι ειλικρινής, σήμερα δεν θα επέλεγα να αγοράσω για το γραφείο μου ένα αντικείμενο σαν κι αυτό. Όμως, το συγκεκριμένο το έχω πάντα μαζί μου. Ίσως λέω κάτι κλισέ αυτήν τη στιγμή, αλλά στο μυαλό μου όταν μιλάμε για ντιζάιν αναφερόμαστε και σε μια διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο υποκείμενο και το αντικείμενο, η οποία συχνά είναι συναισθηματικά φορτισμένη».

Βρισκόμαστε στο γραφείο του δημάρχου Αθηναίων Κώστα Μπακογιάννη. Είναι βραδάκι καραντίνας, η Πλατεία Κοτζιά έρημη. Στη συνήθως πολύβουη Αθηνάς δεν κουνιέται… φύλλο. Η πόλη αλλιώτικη, μελαγχολική, σχεδόν ανοίκεια. Αφορμή γι’ αυτήν τη συνάντηση είναι η συμβολή του Δήμου Αθηναίων σε μια δράση του περιοδικού «gr mag» και του «pod.gr» για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821. Για να είμαστε ακριβείς, δεν είναι μία δράση, αλλά πολλές: Παρουσίαση 21 έργων από εικαστικούς, φωτογρά φους, street arts, infographers, σκιτσογράφους, 21 podcast με αφηγήσεις -200 δευτερολέπτων η καθεμία- σημαντικών συγγραφέων και αρθογράφων με θέμα «200 χρόνια Ελλάδα». Μαζί, για πρώτη φορά, και μια πρωτότυπη δημοσίευση του ιστορικού Γιώργου Μαυρογορδάτου για τις «εικόνες» της Επανάστασης. Κάποιες από τις δράσεις θα φιλοξενηθούν σε υπαίθριους χώρους στο κέντρο της Αθήνας. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από αυτό.

-Γιατί αποφασίσατε να προβάλετε τη δράση του «gr mag» και του «pod.gr» για τα «200 χρόνια Ελλάδα»;

Ο Δήµος δεν είναι πάντα δηµιουργός. Μπορεί να είναι υποστηρικτής. Έτσι το αντιλαµβάνοµαι εγώ. Δεν είναι ανάγκη να έχουµε -ή να έχω, ακόµη χειρότερα- τον απόλυτο έλεγχο των πάντων. Αυτό -και ας µου επιτραπεί- είναι µια παλιοµοδίτικη πολιτική αντίληψη. Ο Δήµος πρέπει να δίνει χώρο σε νέες φωνές, σε ανεξάρτητους δηµιουργούς, σε ανθρώπους που δεν έχουν καµία εξάρτηση από αυτόν. Η πρόταση λοιπόν να προβάλουµε τις δηµιουργίες ή τα λόγια σηµαντικών εικαστικών, φωτογράφων, δηµοσιογράφων, συγγραφέων, ιστορικών ήρθε την κατάλληλη στιγµή. Η µατιά στα «200 χρόνια Ελλάδα» δεν είναι µια µατιά «πίσω». Είναι µια µατιά «µπροστά». Και οι άνθρωποι του ντιζάιν όπως και οι άνθρωποι του πνεύµατος -για να χρησιµοποιήσω µια λέξη που µας έλεγαν στο δηµοτικό- σίγουρα έχουν πολλά να µας πουν. Θα είναι µια ευχάριστη έκπληξη για τους περιπατητές που θα «συναντήσουν» τα έργα τους ή τα λόγια τους.

-Η Αθήνα τι σχέση έχει µε το ντιζάιν;

Δεν ξέρω αν θα µπορούσα να απαντήσω ποτέ σε αυτήν την ερώτηση γιατί, για να είµαι ειλικρινής, πιστεύω ότι ακόµη και το να περιγράψει κανείς την Αθήνα είναι δύσκολο. Η Αθήνα είναι η Αθήνα… Η πόλη των παραδόξων, των αντιφάσεων και των εκπλήξεων. Θα πάω κάπου αλλού τη συζήτηση. Ας πούµε ότι µε ρωτάτε ποιο είναι για µένα το rosebud σηµείο της Αθήνας. Λοιπόν είναι ο Εθνικός Κήπος, αλλά αυτό είναι καθαρά συναισθηµατικό, γιατί εκεί πήγαινα και τάιζα τις πάπιες µικρός. Τι θέλω να πω µε αυτό; Ότι στην Αθήνα το πραγµατικό µπερδεύεται µε το φαντασιακό, οπότε το να µιλήσουµε αποσπασµατικά για ντιζάιν ή για οτιδήποτε άλλο είναι εξαιρετικά δύσκολο.

-Και πώς στέκεστε απέναντι στην πολυπλοκότητα της Αθήνας;

Πρώτον, κάνω ένα βήµα πίσω και δεν επιδιώκω να επιβάλω κάτι. Αναγνωρίζω ότι είναι µια ζωντανή κοινότητα ανθρώπων µε διαχρονικότητα αλλά και αχρονία. Ότι είναι µια πόλη συµπεριληπτική, µια πόλη ανοιχτή, µια πόλη που µας χωράει όλους και που οφείλει να µας χωρέσει όλους. Αυτό είναι το πρώτο. Δεύτερον, προσπαθώ να αναδείξω την πολυχρωµία της πόλης. Πολεοδοµικά και χωροταξικά λένε οι καθηγητές, κι εγώ ακούω -δεν είχα την τύχη να τα σπουδάσω όλα αυτά, αλλά τα µαθαίνω στο πεδίο-, ότι υπάρχουν διάφορα µοντέλα. Υπάρχει η πόλη που ξεκινάει από το µηδέν. Πόλη –  άσπρο χαρτί όπου τραβάµε γραµµές. Υπάρχει το µοντέλο των ευρωπαϊκών πόλεων, πόσω µάλλον των ιστορικών πόλεων, όπως η Ρώµη και η Αθήνα, οι οποίες στην πραγµατικότητα είναι πόλεις-κολάζ, µε την έννοια ότι χαρακτηρίζονται από πολλά διαφορετικά στοιχεία τα οποία άλλες φορές συνδέονται, άλλες συνυπάρχουν ή λειτουργούν αντιθετικά, αλλά στη δική µας δουλειά πρέπει να κάνεις την εσωτερική άσκηση και να αποδεχθείς ότι αυτό είναι εντάξει.

-Στην «άσκηση» για την εικόνα της Αθήνας, σε συνάρτηση πάντοτε µε τις µικρές και µεγάλες ανάγκες, ποια είναι η πρώτη σας έγνοια;

Μα φυσικά η ισορροπία. Προφανώς δεν είµαι εγώ που κάνω τις µελέτες, αλλά αντιλαµβάνοµαι ότι πολύ διαφορετικές ανάγκες έχει η Πλατεία Θεάτρου ως προς τη διαµόρφωση και την ανάπλασή της απ’ ό,τι έχει η Ερµού, άσχετα αν τις χωρίζουν 300-400 µέτρα. Είναι εύκολο να πεις, και πολιτικά είναι ένα εξαιρετικό αφήγηµα, ότι τα πράγµατα είναι µαύρο – άσπρο, φτιάχνω ένα αφήγηµα και το υπηρετώ. Το δύσκολο είναι να αντιληφθείς ότι κάθε κοµµάτι της πόλης είναι διαφορετικό, όπως και οι άνθρωποι που ζουν εκεί.

-Υπάρχει κάτι που να συνδέει όλα αυτά τα διαφορετικά κοµµάτια;

Το ότι η Αθήνα είµαι µια δηµοκρατική πόλη. Έχει δηµοκρατική ραχοκοκαλιά που µπορεί να επλήγη τα τελευταία χρόνια, αλλά από την άλλη πλευρά αυτή µας κράτησε όρθιους. Χρειάζεται όµως ενίσχυση, κι εδώ ξεκινάει η δική µας δουλειά. Τι µας οδηγεί στην επίτευξη του στόχου; Η ίδια η Αθήνα. Άλλωστε δεν έχω τόσο µεγάλη ιδέα για τον εαυτό µου ώστε να πιστεύω ότι εγώ µπορώ να οδηγήσω την Αθήνα.

-Να µιλήσουµε λίγο πιο συγκεκριµένα;

Να µιλήσουµε. Νούµερο ένα είναι η βιώσιµη κινητικότητα. Εξηγώ: Έχουµε µια τσιµεντούπολη και ασφαλτούπολη, οπότε χρειαζόµαστε λιγότερα αυτοκίνητα, µια νέα ισορροπία στα δικαιώµατα των ανθρώπων. Δικαίωµα έχει ο οδηγός, δικαίωµα όµως έχει και ο πεζός, δικαίωµα έχει ο ποδηλάτης, δικαίωµα έχει και ο επιβάτης των ΜΜΜ. Νούµερο δύο είναι η ανάγκη για ποιοτικό δηµόσιο χώρο. Στατιστικά, στην Αθήνα έχουµε τα µεγαλύτερα σπίτια, την περισσότερη άσφαλτο, το λιγότερο πράσινο κατά κεφαλήν στην Ευρώπη. Άρα πρέπει να αλλάξουµε, χωρίς βέβαια να χάσουµε την ψυχή µας, για να παραφράσω τον Διονύση Σαββόπουλο. Επ’ ουδενί δεν επιδιώκουµε µια Αθήνα – θεµατικό πάρκο. Θέλουµε τις µεικτές χρήσεις γης, µας αρέσει ότι είναι εδώ το Δηµαρχείο της Αθήνας, λίγο πιο δίπλα µπορεί να είναι ένα σύγχρονο σιντριβάνι αλλά και η αγορά µπαχαρικών. Τι ωραία! Άρα καταλήγουµε σε κάποιες αρχές και ό,τι κάνουµε είναι προς την κατεύθυνση της εφαρµογής αυτών των αρχών, είτε σε µικροεπίπεδο -ένα pocket park που θα αλλάξει µια γειτονιά- είτε σε µακροεπίπεδο, τη διπλή ανάπλαση. Θα µου πεις, πού κολλάει στο ντιζάιν όλο αυτό; Ανταποκρίνεται στην ανάγκη όλων µας για κάτι χρήσιµο, όµορφο, κάτι που µας γεµίζει συναισθηµατικά.

-Το φως και το υδάτινο στοιχείο πόσο σας απασχολούν;

Πάρα πολύ. Τα σιντριβάνια, λ.χ., δεν αφορούν µόνο το αισθητικό κοµµάτι, αλλά συνδέονται και µε την κλιµατική αλλαγή. Το σιντριβάνι της Οµόνοιας ρίχνει τη θερµοκρασία 2 µε 3 βαθµούς. Έχουµε προχωρήσει στην επαναλειτουργία 33 σιντριβανιών µέσα στην πόλη. Φυσικά, το νερό πέρα από το περιβαλλοντικό αποτύπωµα που αφήνει, λειτουργεί και ως ένα σηµείο συνάντησης. Η Αθήνα έχει ταξικά χάσµατα. Άρα χρειάζεται δηµόσιους χώρους που να φέρνουν τους ανθρώπους κοντά.

Τώρα για το φως έχω να πω δύο πράγµατα. Το ένα είναι το πολύ πρακτικό, το να έχουµε µια φωτεινή πόλη, γιατί δυστυχώς η Αθήνα έχει πολλές µαύρες τρύπες και ένα απαρχαιωµένο δίκτυο. Το δεύτερο συνδέεται µε την οµορφιά και την αισθητική, και χαίροµαι γιατί αυτό που όλοι είδαµε και θαυµάσαµε µε την Ακρόπολη, τώρα προχωρεί και σε άλλα σηµεία της πόλης. Και χαιρόµαστε πολύ που συνεργαζόµαστε µε την Ελευθερία Ντεκώ για την ανανέωση του φωτισµού στην Τριλογία.

Date:
a

Display your work in a bold & confident manner. Sometimes it’s easy for your creativity to stand out from the crowd.

Social